Υποθέτοντας ότι είστε ο μικρός βιοπαλαιστής γράψτε μια επιστολή προς τον δάσκαλό σας στην πατρίδα.
Αθήνα 25/2/ 1992
Αγαπημένε μου δάσκαλε ,
Σου γράφω αυτό το γράμμα γιατί έχει περάσει καιρός από τότε που έφυγα . Τα πράγματα εδώ είναι αλλιώς , είναι πιο δύσκολα . Στην αρχή όταν πρωτοήρθα ήμουν μπερδεμένος γιατί πίστευα πως θα ήταν όπως μου τα εξηγούσες στο μάθημα μας . Νόμιζα πως οι άνθρωποι θα ήταν καλοπροαίρετοι και ότι θα με αποδεχόντουσαν με αγάπη . Μετρημένοι στα δάχτυλα είναι εκείνοι που μόνο και μόνο επειδή με λυπούνται θα γυρίσουν να με κοιτάξουν . Για να σου δώσω να καταλάβεις , το πρωί δουλεύω στα φανάρια , προσπαθώ να βγάλω κάποια χρήματα για να επιβιώσω . Κανένας τους δεν με υπολογίζει , κανείς δεν με κοιτάει , όλοι τους εκνευρισμένοι με αγνοούν και με προσπερνούν . Ευτυχώς υπάρχουν και κάποιοι που με βοηθούν έστω και λίγο αγοράζοντας τα χαρτομάντιλα μου και δίνοντας μου λίγα κέρματα . Το βράδυ δεν έχω που να κοιμηθώ , οπότε αναγκάζομαι να πληρώνω τον νυχτοφύλακα ενός εργοστασίου σχεδόν τα μισά από τα λιγοστά χρήματα που έχω ώστε να με αφήσει να περάσω την νύχτα μέσα . Και γιατί να πάω σε ένα εργοστάσιο; Επειδή τα βράδια κυρίως του χειμώνα κάνει πολύ κρύο και δεν έχω πώς να ζεσταθώ , οπότε οι μηχανές βγάζουν ζέστη και μπορώ να κοιμηθώ. Δάσκαλε είμαι μόνος μου εντελώς και δεν έχω καμία βοήθεια από κανέναν , μου λείπει η οικογένεια μου , η μητέρα μου και ο αδερφός μου . Δεν λέω και στην πατρίδα είχαμε τις δυσκολίες μας αλλά εκεί είχα τη στοργή και το χάδι της μητέρας μου . Ήμασταν μαζί και μου έδινε δύναμη . Θα ήθελα να μου κάνεις μια χάρη . Το μόνο που ζητώ είναι να βρεις την μητέρα μου και να της πεις πόσο πολύ την αγαπώ και ότι μου λείπει . Θα ήταν το καλύτερο για εμένα να απαντήσετε και οι δύο μαζί στο γράμμα μου .
Με αγάπη
Ο μαθητής σου
Σύνθια Μπάτζιου , Β2 Σχ έτος 2020-21
Αθήνα,29 Φεβρουαρίου 1996
Αθήνα 1995
Αγαπητέ μου δάσκαλε,
Με αυτά τα λίγα ελληνικά που με τόσο μεράκι μου μάθατε σας γράφω σήμερα μια επιστολή για να σας διηγηθώ την σκληρή μου καθημερινότητα.
Αρχικά πρέπει να σημειώσω ότι κοιμάμαι σε ένα εργοστάσιο.Ενας καλός φύλακας με αφήνει να περνάω μόνο με την προϋπόθεση ότι θα του δίνω δύο δεκάρες από τις πέντε-έξι που εισπράτω καθημερινά.Λοιπόν όπως σας έλεγα, όταν με ξυπνάνε οι αχτίδες του ήλιου σηκώνομαι με μισή καρδιά να πάω για δουλειά. Αχ δάσκαλε αυτό το πρωινό ξύπνημα! Δεν συγκρίνεται με τις παλιές εποχές που η αγαπημένη μου μανούλα με σήκωνε να πάω στο σχολιό. Ύστερα απ'αυτό που λέτε πάω στα φανάρια της πιο κεντρικής λεωφόρου των Αθηνών. Εκεί από το πρωί μέχρι το βράδυ καθαρίζω τα μπαμπρίζ των αυτοκινήτων των Ελλήνων. Αυτοί οι Έλληνες κύριε ! Άλλοτε μπορούν να γίνουν πολύ ευγενικοί ,όχι μόνο να σου πετάξουν άχαρα καμια δεκάρα αλλα μπορεί να σου δώσουν και ψωμί στην καλύτερη περίπτωση. Τις μέρες που έχουν νεύρα όμως ... θα ήταν καλύτερα να μην πήγαινα καθόλου, αφου αντι για κέρματα εισπράτω μια απάντηση γεμάτη ελληνικά, που δεν μπορώ όμως να καταλάβω. Βλέπετε δεν είναι σαν αυτά που μου μαθαίνατε στην πατρίδα.
Αργότερα , μόλις βλέπω τον ήλιο να δύει καταλαβαίνω ότι πρέπει να πάω να φάω με τα χρήματα που έχω και να ξεκουραστώ. Αφότου φτάνω στο εργοστάσιο και δίνω το ανάλογο ποσό στον νυχτοφύλακα ,πάω και κουρνιάζω δίπλα στο μηχανοστάσιο, βάζω το παλτό του αδερφούλη μου για κουβέρτα και..κλείνω τα μάτια μου. Τότε ονειρεύομαι την μητέρα μου,τον σπλαχνικό μου πατέρα, εσάς, και φυσικά τον αδερφό μου. Συγκινούμαι στη σκέψη ότι μπορεί να μην σας ξαναδώ ποτέ ξανά. Μπορεί να νιώθω νοσταλγία αλλά σίγουρα δεν είμαι ανασφαλής αφού έχω όλες τις μηχανές γύρω μου που είναι σαν άκακοι γίγαντες που βγήκαν από κάποιο παραμύθι για να με προστατεύσουν το βράδυ.
Αυτά είχα να σας πω πολυαγαπημένε μου δάσκαλε. Ελπίζω όταν και αν λάβετε το γράμμα μου να με σπλαχνιστείτε και να έρθετε να με πάρετε πίσω στην οικογένειά μου.
Ο μαθητής σας...
Εργασία της Εύας Τζίμα, μαθήτριας της Β3 τάξης Σχ έτος 2018-19Αθήνα 1995
Αγαπητέ μου δάσκαλε
Σου στέλνω αυτό το γράμμα για να σου περιγράψω την καθημερινότητα μου από τότε που μετανάστευσα στην Ελλάδα.
Κάθε πρωί πηγαίνω στην κεντρική λεωφόρο της Αθήνας και καθαρίζω τα τζάμια των αυτοκινήτων που περνάνε έτσι ώστε να μπορώ να βγάζω το ψωμί μου.Πολλές φορές βέβαια
οι άθρωποι με κοιτάνε με αδιαφορία αλλά και εκνευρισμό και θυμωμένα μου λένε να φύγω.
Όταν πέφτει ο ήλιος πηγαίνω να κοιμηθώ σε ενα εργοστάσιο στο οποίο ο νυχτοφύλακας με αφήνει να κάτσω με αντάλλαγμα ένα μεγάλο κομμάτι απά τα κέρδη μου.Συνήθως αφού ξαπλώσω και με την συντροφιά των μηχανών σκέφτομαι τα ωραία πράγματα που μου έλεγες για την Ελλάδα και την ιστορία της όμως μέχρι τώρα έχω δει μόνο την μοναξία και την φτώχεια.Κάποτε βέβαια ελπίζω να τα ανακαλύψω αλλα και να βρω ανθρώπους που νοιάζονται για εμένα.
Με σεβασμό
ο μαθητής σου
Εργασία του Αστέρη Κοσοβίτσα, μαθητή της Β1 τάξης Σχ έτος 2019-20
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.