Ευχαριστώ τις μακριές σειρές
των προγόνων, που δούλεψαν τη φωνή,
την τεμαχίσαν σε κρίκους, την κάμαν
νοήματα, τη σφυρηλάτησαν όπως
το χρυσάφι οι μεταλλουργοί κ’ έγινε
Όμηροι, Αισχύλοι, Ευαγγέλια
κι άλλα κοσμήματα.
Νικηφόρος Βρεττάκος «Ο Αγρός των λέξεων»

Τρίτη 10 Οκτωβρίου 2017

Του γιοφυριού της Άρτας, άρθρο



Με βάση τους πλαγιότιτλους να συγγράψετε ένα άρθρο που θα δημοσιευόταν σε εφημερίδα εκείνης της εποχής με θέμα ¨ τη στοιχείωση ¨της λυγερής.
  • Το γιοφύρι επιτέλους θεμελιώνεται…

Ένα πλήθος μαστόρων και μαθητάδων έχει αναλάβει την ανοικοδόμηση του γιοφυριού της Άρτας , μα αυτή φαίνεται αδύνατη, καθώς ό,τι χτίζουν οι μάστορες πρωί πρωί , με το που πέφτει ο ήλιος γκρεμίζεται, με αποτέλεσμα να βρίσκονται σε απόγνωση. Σήμερα λοιπόν η λύση βρέθηκε.
Από το αδιέξοδό τους, τους έβγαλε  η εμφάνιση ενός πουλιού που με ανθρώπινη φωνή τους υπέδειξε τη μόνη λύση. Για τη στερέωση του γιοφυριού θυσιάστηκε η πολυαγαπημένη γυναίκα του πρωτομάστορα , η οποία έπεσε θύμα του δόλου των μαστόρων και των μαθητάδων . Αυτοί λοιπόν την κατέβασαν στα θεμέλια του γιοφυριού λέγοντας της πως το δαχτυλίδι του πρωτομάστορά έπεσε στην πρώτη την καμάρα . Προτού προλάβει να φωνάξει να την βγάλουν έξω , ο πρωτομάστορας  με βαριά καρδιά   τοποθέτησε τον μέγα λίθο.  Η γυναίκα συνειδητοποιώντας την τραγική της μοίρα άρχιζε να καταριέται το γιοφύρι. Οι χτίστες όμως  κατάφεραν να της αλλάξουν γνώμη και να μετατρέψουν την κατάρα σε ευχή.
Έτσι χάρη στη θυσία της λυγερής το γιοφύρι θεμελιώθηκε.


Ιγνατιάδου Ανδρονίκη
Μπάσιος Πέτρος
Ντούλια Παρασκευή( Εύη )
Ρήτα Φρειδερίκη ( Έρικα )
 Τάξη Γ3 Σχ έτος 2018 -19


  Μεγάλα έργα,μεγάλες θυσίες!
Τις τελευταίες μέρες την τοπική κοινωνία μας συγκλόνισε ένα δραματικό συμβάν.Συγκεκριμένα, προκειμένου να περατωθεί η κατασκευή του γεφυριού μας,έγινε μια μεγάλη θυσία.Λέγεται ότι το τραγικό πρόσωπο υπήρξε η σύζυγος του πρωτομάστορα,μια κοινωνική,δοτική και πρόσχαρη γυναίκα.
 Αντλώντας στοιχεία από τοπικές πηγές,το γεφύρι χτιζότανε την μέρα και γρεμίζονταν την νύχτα.Έτσι,όπως υποστηρίζουν πολλοί η απόφαση της θυσίας πάρθηκε μετά την παρότρυνση ενός ανθρωπόμορφου πτηνού,αγγελιαφόρο του δυσάρεστου μηνύματος της επιταγής της μοίρας.Η γυναίκα έφθασε στον τόπο των εργασιών όπου επισκεπτόταν συχνά τον σύζυγό της και εκεί βρήκε όλους τους μαστόρους και τους μαθητάδες στρωμένους στην δουλειά.Αμέσως μετά τους τυπικούς χαιρετισμούς οι εργάτες της είπαν ότι ο άντρας της είχε χάσει το δαχτυλίδι του και αμέσως αυτή έτρεξε να το βρεί, αμέριμνη και ανυποψίαστη όπως ήταν για το τι μπορεί να της επιφυλάσσουν... Όλο αυτό το σκηνικό δεν ήταν παρά ένας δόλος,μια πλάνη! Χωρίς να αργήσει να το καταλάβει η λυγερή ζήτησε από τον πρωτομάστορα να την τραβήξει με μια αλυσίδα μακριά απο τον χώρο των εργασιών.Παρόλα αυτά, ο πρωτομάστορας γνωστός στο χωριό για την ευγενική του ψυχή και τους καλούς του τρόπους μα πάνω από όλα την προθυμία του να θυσιάσει το προσωπικό του συμφέρον και να καταπιαστεί για μια ακόμα φορά με ένα δημόσιο έργο αναγκάστηκε μετά από πολύ σκέψη όπως λένε, αγνοώντας τα παρακάλια της γυναίκας του, να θεμελιώσει το γεφύρι θυσιάζοντάς την.Εκείνη την στιγμή, η λυγερή άρχισε να εξιστορεί την μακραίωνη ιστορία της οικογένειάς της αναφέροντας και τις άτυχες αδερφές της που στοιχειώθηκαν και αυτές και έπειτα καταράστηκε το γεφύρι και τους μελλοντικούς περαστικούς.Όμως ο άντρας της την παρακάλεσε να αλλάξει την κατάρα της θυμίζοντας της τον ξενιτεμένο της αδερφό.Αυτή συγκινήθηκε και μετέτρεψε την κατάρα σε ευχή ευελπιστώντας να μην περάσει εκείνος και διακινδυνέψει την ζωή του.
  Με αυτά τα λόγια έφυγε και η τοπική κοινωνία της Άρτας αποχαιρέτησε ένα ακόμα μέλος της! 

                                Η συγγραφική ομάδα     (Εύη Δ. Βάγια Ζ. Γωγώ Π. Ανδρομάχη Τ.)
                                
 Χθες το μεσημέρι, έλαβε τόπο στην ιστορική Άρτα ένα τραγικό συμβάν που συγκλόνισε ολόκληρη την Ήπειρο.
     Κοντά στις τρεις το μεσημέρι, η Λυγερή φάνηκε να κατηφορίζει προς το γεφύρι που βρισκόταν υπό κατασκευή. Σύμφωνα με τους αυτόπτεις μάρτυρες λίγα λεπτά νωρίτερα ένα πουλί με ανθρώπινη λαλιά ενημέρωσε τους μάστορες και τους μαθητάδες για την κατάσταση. Σύμφωνα με τα λεγόμενά του η μόνη λύση για να μην ξαναγκρεμιστεί το περίφημο γεφύρι ήταν να θυσιαστεί η γυναίκα του πρωτομάστορα, η γνωστή σε όλους Λυγερή. Το πουλί ειδοποίησε την Λυγερή με εντολή του πρωτομάστορα να παραστεί στο γεφύρι εντός λίγων λεπτών.
    Χρησιμοποιώντας ένα καλοφτιαγμένο ψέμα οι μαθητάδες παγίδεψαν την Λυγερή και την οδήγησαν στο κατάλληλο σημείο κλείνοντας την μέσα στο γεφύρι. Ώρες αργότερα μάθαμε πως την ίδια μέρα εξέφρασε κατάρες πριν ξεψυχήσει.Ο πρωτομάστορας εθεάθη να φεύγει αποκαρδιωμένος από το σημείο και να επιστρέφει στο φτωχικό του φανερά δυσαρεστημένος.
    Θα σας ενημερώσουμε για περαιτέρω εξελίξεις καθώς ούτε εμείς οι ίδιοι δεν έχουμε συνειδητοποιήσει τι ακριβώς συνέβη, το περιστατικό μας έχει αναστατώσει και ελπίζουμε η θυσία της να μην ξεχαστεί.
 Xρήστος Γεωργούλας
    

Μια μεγάλη θυσία 

Καθώς εργάτες και μαθητάδες δούλευαν ολημερίς στον ποταμό Άραχθο  για το χτίσιμο του γεφυριού της Άρτας, δυστυχώς εκείνο παρά τις προσπάθειές τους γκρεμιζόταν το βράδυ. Απεγνωσμένοι και σε  απελπιστική κατάσταση ενώ  βρισκόταν, σαν από μηχανής θεός εμφανίστηκε ένα πουλί προκειμένου να δωθεί η λύση. Σύμφωνα με τα λεγόμενα της επιταγής της μοίρας, έπρεπε να πραγματοποιηθεί μια λαϊκή δοξασία,  η οποία δεν είναι άλλη από τη θυσία της γυναίκας του πρωτομάστορα, δηλαδή η στοιχείωσις καλού πνεύματος για την επιτυχή θεμελίωση του έργου. Αναστάτωση στην τοπική κοινότητα προκαλεί η ξαφνική απόφαση του θλιμμένου συζύγου της Λυγερής, μιας και βάζει το κοινό καλό πάνω από την οικογενειακή του ευτυχία. Σύμφωνα με τις μαρτυρίες των μαθητάδων, ο πρωτομάστορας απογοητευμένος καθώς  ήταν και χωρίς άλλη επιλογή,αφού πίστευε πως το πουλί θα μετέφερε σωστά το μήνυμα  του και ο θάνατος της άξιας συντρόφου του θα ματαιωνόταν, έριξε τον τελευταίο λίθο στιγματίζοντας μια για πάντα τη ζωή του, ενώ ταυτόχρονα το έτερον ήμισύ του πνιγόταν μέσα στον ωκεανό του δόλου και της προδοσίας. Νιώθοντας τον θάνατο να πλησιάζει και σοκαρισμένη, η αδικοχαμένη αυτή γυναίκα έδωσε μια βαριά κατάρα στο γεφύρι. Ωστόσο όμως οι εργάτες την προέτρεψαν,να αλλάξει την κατάρα για χάρη του ξενιτεμένου αδερφού της, ενώ εκείνη με τη σειρά της τη μετατρέπει σε ευχή, δείχνοντας την υπερβολική αγάπη στο πρόσωπο του . Τελευταίο αλλά εξίσου σημαντικό είναι, ότι για καλό σκοπό τα μεγάλα έργα χρειάζονται μεγάλες θυσίες. 
Οι αρθρογράφοι
Γιαννόπουλου Μελίνα 
Ντούρου Αφροδίτη Ευφροσύνη
Σμπόνια Μαριλένα 
Τζαρτζούλης Λάζαρος
Τάξη Γ3 Σχ έτος 2018 -19
Το Χτίσιμο της λυγερής
Λίγες μέρες πριν συνέβη το τραγικό γεγονός της θυσίας της ξακουσμένης
λυγερής, της γυναίκας του πρωτομάστορα του γεφυριού της Άρτας,  με
σκοπό τη στοιχείωσή του. Όλη η πόλη πενθεί το χαμό της πανέμορφης
γυναίκας . Το γεγονός συνέβη ως εξής:
Ήταν νωρίς το απόγευμα… Η γυναίκα του πρωτομάστορα φάνηκε στον
ορίζοντα ύστερα από μήνυμα που έλαβε από εκείνον με ένα πουλί.
Σε αντίθεση με τα λόγια του πρωτομάστορα το πουλί είχε πει στην λυγερή
να έρθει νωρίς. Η πανέμορφη κοπέλα έφτασε στον τόπο των εργασιών
με ένα πλατύ χαμόγελο στα χείλη, αγνοώντας η δύσμοιρη τι την περίμενε.
Ο πρωτομάστορας τη στιγμή που την αντίκρισε κατάλαβε πως ήταν και
η τελευταία φορά που θα την έβλεπε. Τότε της λένε οι μάστοροι κι οι
μαθητάδες πως το δαχτυλίδι του πρωτομάστορα μες το γεφύρι έπεσε
και προσφέρεται η λυγερή το δαχτυλίδι να βρει. Κι έτσι μπαίνει η λυγερή
να βρει το δαχτυλίδι. Όταν όμως ζητάει βοήθεια για να βγει οι μάστορες
όχι μόνο δεν τη βοηθάνε αλλά συνεχίζουν το χτίσιμο του γεφυριού. Έτσι
κι λυγερή κατάρα δίνει «Ως τρέμει το καρυόφυλλο, να τρέμει το γιοφύρι,
κι ως πέφτουν τα δεντρόφυλλα, να πέφτουν οι διαβάτες». Σκέφτηκε όμως
ότι έχει μονάκριβο αδελφό στην ξενιτιά και φοβήθηκε μην τύχει και
περάσει γι’ αυτό και αλλάζει την κατάρα «Αν τρέμουν τα άγρια βουνά,
να τρέμει το γιοφύρι, κι αν πέφτουν τα άγρια πουλιά, να πέφτουν οι
διαβάτες»
Κι έτσι όλοι φιλοδοξούν ότι η αποτρόπαιη αυτή θυσία θα φέρει το
πολυπόθητο αποτέλεσμα και θα στεριώσει το γιοφύρι…
PictureΣυνεργάστηκαν οι μαθητές της Γ3
τάξης:


Θεοχάρης Νικόλαος, Φίλιππος Ράρρας,
Θανάσης Σιόντης, Μπουρνάκας Γεώργιος και Τσούλιας Δημήτριος.

‘’Η ΣΤΟΙΧΕΙΩΣΗ ΣΤΟ ΓΕΦΥΡΙ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ’’
Αναστάτωση έχει  προκαλέσει η είδηση  για τη θυσία μιας γυναίκας με σκοπό την επιτυχημένη θεμελίωση του γεφυριού της Άρτας. Πηγές αναφέρουν πως η γυναίκα αυτή δεν είναι άλλη από τη γυναίκα του πρωτομάστορα.

Όπως έγινε γνωστό το γεφύρι ήταν αδύνατο να στεριωθεί. Έτσι με βάση τις δοξασίες για τη στοιχείωση ο πρωτομάστορας αποφάσισε να θυσιάσει τη γυναίκα του,που όπως αναφέρεται ήταν η κατάλληλη για το έργο αυτό λόγω της ομορφιάς και της καλοκαρδίας της, για το κοινό καλό.

Ψυχικά αδύναμοι υπήρξαν τόσο η λυγερή όσο και ο πρωτομάστορας. Η γυναίκα έντρομη και θυμωμένη με την κακή της τύχη και ταυτόχρονα προδομένη,αφού ο ίδιος της ο άντρας άλλαξε τη μοίρα της και τη θυσίασε, καταράστηκε το γεφύρι οι εργάτες όμως κατάφεραν να της αλλάξουν γνώμη και να μετατρέψουν την κατάρα της σε ευχή. Ο πρωτομάστορας λύγισε,αφού αγαπούσε πολύ τη γυναίκα του, και με βαριά και ραγισμένη καρδιά διαπίστωσε πως δεν θα την ξανάβλεπε.

Η αρθρογράφος,
Αλίκη Λεοντίου

Η στοιχείωση μιας όμορφης γυναίκας


  Αίσθηση προκάλεσε το δράμα ενός πρωτομάστορα και της λυγερής συντρόφου του, οι οποίοι βρέθηκαν αντιμέτωποι με την επιταγή της μοίρας. Συγκεκριμένα, προσκλήθηκε η λυγερή να παρεβρεθεί στο γεφύρι της Αρτας και να αποτελέσει τον “θεμέλιο λίθο” για τη στέριωσή του. Αφορμή για την εκτέλεση της εντολής της μοίρας ήταν η υποτιθέμενη    αναζήτηση   του δαχτυλιδιού του άντρα της. Την τραγική στιγμή της θυσίας η λυγερή εξαπολύει κατάρες για τους διαβάτες του γεφυριού. Αργότερα, συντετριμμένη και με γνώμονα την αδελφική αγάπη, ανακαλεί και μετατρέπει τις κατάρες σε ευχές εξασφαλίζοντας το στοίχειωμα του γεφυριού.


Μπαλωμένος  Χρήστος, Τα Νέα Της Άρτας, 1612


Η ΣΤΟΙΧΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΛΥΓΕΡΗΣ


        Ένα θλιβερό γεγονός σημειώθηκε χθες στην πόλη μας. Στο έργο για την κατασκευή του γεφυριού της Άρτας, όπου η θεμελίωση ήταν σχεδόν αδύνατη, θυσιάστηκε μια όμορφη γυναίκα.
        Κατά τη λαϊκή αντίληψη τα σπουδαία έργα απαιτούν ανθρώπινες θυσίες για να εξασφαλιστεί η προστασία του έργου.  
       Στο έργο λοιπόν για την θεμελίωση και την προστασία της κατασκευής του γεφυριού της Άρτας, επιλέχθηκε η γυναίκα του Πρωτομάστορα, γεγονός που απαιτήθηκε από τον ίδιο μεγάλο ψυχικό σθένος ώστε να ρίξει την όμορφη γυναίκα του στα θεμέλια, αλλά έκανε το καθήκον του, για το καλό του κοινωνικού συνόλου.
      Η γυναίκα θρηνούσε για τη μοίρα της και καταριόταν το γεφύρι να μη στεριώσει ποτέ και όποιος περαστικός περνάει από αυτό να πέφτει. Οι εργάτες όμως την παρακάλεσαν να αλλάξει την κατάρα υπενθυμίζοντας της ότι έχει έναν αδελφό που μπορεί να περάσει από εκεί. Τότε η λυγερή εξαιτίας της αδελφικής αγάπης αλλάζει την κατάρα που ισοδυναμεί με ευχή για το στέριωμα του γεφυριού.
     Το γεφύρι λοιπόν από εδώ και πέρα θα προστατεύεται από τη λυγερή.


                                                                                 Η αρθρογράφος


                                                                              Μαριάννα Κωστάκη

Η ΟΛΟΚΛΗΡΩΣΗ ΤΟΥ ΓΕΦΥΡΙΟΥ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ



Μετά από αμέτρητες προσπάθειες μαστόρων και των μαθητευόμενων τους, οι οποίες πήγαν χαμένες καθότι ότι τη μέρα έχτιζαν το βράδυ γκρεμίζονταν, τελικά το έργο ολοκληρώθηκε.  Αυτό συνέβη, διότι σύμφωνα με τη στοιχείωση έπρεπε να θυσιαστεί στα θεμέλια του γεφυριού η γυναίκα του πρωτομάστορα. Και πράγματι, ο πρωτομάστορας για το κοινό συμφέρον θυσίασε τη γυναίκα του και έτσι προχώρησε και ολοκληρώθηκε η κατασκευή του γεφυριού.


Γεωργία Μποβίλα

Η ΣΤΟΙΧΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ ΣΤΗΣ ΑΡΤΑΣ  ΤΟ ΓΕΦΥΡΙ.
Ένα γεγονός συντάραξε  την Άρτα ,η θυσία μιας γυναίκας με σκοπό την θεμελίωση του γεφυριού.
Η θεμελίωση δεν ήταν δυνατόν να γίνει για αυτό ο πρωτομάστορας αποφάσισε να θυσιάσει την γυναίκα  του που όπως λέγεται  ήταν η κατάλληλη για τη στοιχείωση  του κτίσματος. Η γυναίκα θυμωμένη με την κακή της τύχη καταράστηκε το γεφύρι.Οι εργάτες κατάφεραν να της αλλάξουν γνώμη και να μετατρέψουν την κατάρα σε ευχή.Ο πρωτομάστορας  προτάσσοντας το καθήκον αποδέχτηκε με δυσκολία την στοιχείωση της όμορφης και αγαπημένης του γυναίκας που δεν θα έβλεπε ξανά.


                                                                              Η αρθρογράφος,


                                                                                 Βάνα Μάντη  

Σχολικό έτος 2020-21
Εφημερίδα: Τα νέα της Ηπείρου
Το στεριωμένο  πλέον γιοφύρι
Εχθές το απόγευμα έλαβε τέλος  η  κατασκευή  του γιοφυριού της Ιστορικής
μας πόλης, Άρτας.Όπως πληροφορηθήκαμε η θυσία της λυγερής  της γυναίκας του
 πρωτομάστορα ήταν καθοριστική για τηνολοκλήρωση του έργου  .
Χρησιμοποιώντας ένα καλοφτιαγμένο ψέμα οι μαθητάδες την έπεισαν  να  κατέβει 
στο κατάλληλο σημείο εγκλωβίζοντάς την με πέτρες. Σύμφωνα με τα
μαρτυρίες η λυγερή άρχισε να μοιριολογεί την μοίρα της και εξέφραζε κατάρες.
Ο πρωτομάστορας εθεάθη να πηγαίνει δυσαρεστημένος και αποκαρδιωμένος στο σπίτι του δίχως 
πλέον κάποιος να τον περιμένει εκεί.
 Αποστολία Δραγατσούλη

ΤΟ ΓΕΦΥΡΙ ΤΗΣ ΑΡΤΑΣ ΘΕΜΕΛΙΩΝΕΤΑΙ
Από το πρωί της Τετάρτης μεγάλο πλήθος μαστόρων και
μαθητάδων προσπαθεί να θεμελιώσει το γιοφύρι της Άρτας το
οποίο ολημερίς το χτίζουν και ολημερίς γκρεμίζεται. Λέγεται ότι ,τη
λύση σε αυτό το πρόβλημα δίνει ένα πουλάκι που εμφανίζεται σαν
από μηχανής θεός και βγάζει τους μαστόρους από τη δύσκολη
θέση ,λέγοντας τους πως ο μόνος τρόπος να χτιστεί το γεφύρι
είναι η θυσία ενός πλάσματος. Στην προκειμένη περίπτωση αυτό
το πλάσμα είναι η γυναίκα του πρωτομάστορα . Κατά κοινή
ομολογία, ο πρωτομάστορας θυσιάζει τη γυναίκα του και διαλέγει
το κοινό καλό αντί της οικογένειας. Σύμφωνα με τους αυτόπτεις
μάρτυρες η λυγερή καταφθάνει στο γιοφύρι δίχως να γνωρίζει τι
την περιμένει. Ο πρωτομάστορας στήνει πλεκτάνη στην
πολυαγαπημένη του γυναίκα λέγοντας της πως το δαχτυλίδι του
χάθηκε. Γνωρίζουμε πως η λυγερή προθυμοποιείται να το φέρει
και μόλις ζητάει βοήθεια για να ανέβει ο πρωτομάστορας ρίχνει
τον μέγα λίθο. Η γυναίκα καταλαβαίνει πως πλησιάζει το τέλος της
και έτσι αρχίζει να καταριέται το γιοφύρι. Όπως γνωρίζουμε όμως
οι μαστόροι την αναγκάζουν να αλλάξει την κατάρα γιατί μπορεί
να περάσει από εκεί ο αδερφός της .Αυτή αλλάζει αμέσως την
κατάρα και την κάνει ευχή .Επιτέλους το γιοφύρι της Άρτας
θεμελιώνεται!
 'Ελενα Βασιλειάδου

''Του γιοφυριού της Άρτας'' Φύλλα εργασίας

Ομάδα Α΄


Εργασία 2η
Το τραγούδι είναι μιά παραλογή. Να το επιβεβαιώσετε εντοπίζοντας σχετικά στοιχεία του κειμένου. Τα αποτελέσματα αυτής της δραστηριότητας να παρουσιαστούν σε μορφή παρουσίασης.
Απάντηση
Ορισμένα στοιχεία αυτού του κειμένου μας κάνουν φανερό το ότι το συγκεκριμένο δημοτικό τραγούδι είναι παραλογή, τα οποία είναι τα εξής:

  1. Αφηγείται μια ολοκληρωμένη ιστορία που εξελίσσεται σταδιακά και περιέχει όλα τα στοιχεία της αφηγηματικής ποιητικής γραφής
  2. Παρουσιάζονται εξωπραγματικά στοιχεία ( π.χ. ο ανθρωπομορφισμός του πουλιού, το γκρέμισμα του γεφυριού)
  3. Η ιστορία εξελίσσεται με γρήγορο και γοργό ρυθμό
  4. Διαφέρει από άλλα αφηγηματικά τραγούδια, καθώς η υπόθεση του εξελίσσεται δραματικά ( η στοίχειωση της λυγερής )
    ΣΩΤΗΡΙΑ ΚΟΥΚΟΥ
    ΙΣΜΗΝΗ ΜΠΑΤΣΟΥ                   ΤΜΗΜΑ Γ2
    ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΜΑΤΣΑΓΚΑ
  5. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΚΩΣΤΑΚΗ


    .
  6. Oμάδα Ε΄
Εργασία 2η
Το δημοτικό τραγούδι αποτυπώνει τις κοινωνικές δομές της εποχής που δημιουργήθηκε.Εντοπίστε σημεία του κειμένου όπου φαίνεται η πατριαρχική δομή της κοινωνίας του 17ου και 18ου αιώνα.Δημιουργήστε με τα στοιχεία αυτά μια παρουσίαση.
 
Απάντηση
Τον  17ο και 18ο αιώνα η κοινωνία χαρακτηριζόταν από την βαθιά πατριαρχική της δομή, δηλαδή η άσκηση  δεσποτικής και απόλυτης εξουσίας από την αρσενική κεφαλή μιας εκτεταμένης οικογένειας ή κατεπέκταση από ένα μέλος της άρχουσας τάξης ή κυβέρνησης μιας κοινωνίας που ελέγχεται από γηραιούς άντρες.
Στην παραλογή «του γιοφυριού της Άρτας», εντοπίζονται σε αρκετά σημεία στοιχεία που φανερώνουν την δομή αυτή της κοινωνίας.  Αρχικά το γεγονός ότι η λυγερή δεν έχει άποψη για το τι θα της συμβεί και πως ο πρωτομάστορας αποφασίζει εξ ολοκλήρου για το μέλλον της, είναι ένα χαρακτηριστικό και σύνηθες  δείγμα της πατριαρχίας που επικρατούσε εκείνη την εποχή . Συνεχίζοντας , ο χαρακτήρας της λυγερής τονίζει όλα όσα προαναφέραμε . Η υπόταξη απέναντι στον άντρα της , η εξάρτηση της από αυτόν και γενικότερα η άποψη της ότι η αξία των ανδρών είναι μεγαλύτερη από αυτή των γυναικών . Αυτή της η άποψη την οδηγεί στο να παραμένει καλοσυνάτη και ευγενική απέναντι στον άνδρα της ακόμα και την στιγμή που αντιλαμβάνεται ότι επρόκειτο να ακολουθήσει η στοιχείωσίς της (στιχ.31-32). Τέλος, η άρση της κατάρας, όταν της υπενθυμίζεται ότι θα μπορούσε τα τεθεί σε κίνδυνο ο μονάκριβος αδελφός της , ο οποίος είναι ο μόνος που θα μπορούσε να συνεχίσει το όνομα της οικογένειας, θα μπορούσε να θεωρηθεί το αποκορύφωμα των πατριαρχικών απόψεων της εποχής.
Εργασία των μαθητριών : Νίκου Καλλιρρόης και Ντόντορου Νικολέτας
Εργασία 3
.Συλλέξτε πληροφορίες στο διαδίκτυο σχετικές με την κατασκευή του ιστορικού γεφυριού της Άρτας.Δημιουργήστε με τα στοιχεία αυτά μια παρουσίαση. Μετά την ολοκλήρωση των εργασιών  να παρουσιάσετε τα αποτελέσματά σας στην ολομέλεια της τάξης και να γίνει ανάρτηση των εργασιών στην ιστοσελίδα της τάξης .




Κυριακή 14 Μαΐου 2017

Σύγκριση των ομιλιών Γ. Σεφέρη και Ο. Ελύτη στην τελετή βράβευσής τους

Σύγκριση των ομιλιών στην τελετή βράβευσής τους  των δύο μεγάλων νομπελιστών Λογοτεχνίας της Ελλάδας: Γ.Σεφέρη και Ο.Ελύτη

     Συγκρίνοντας τις εισηγήσεις των δύο βραβευμένων με Νόμπελ Λογοτεχνίας ανθρώπων του πνεύματος και της τέχνης, σκοντάφτει κανείς πάνω σε σημεία που δείχνουν παρόμοιο τρόπο σκέψης. Έτσι, και οι δύο:  
  α) εκθειάζουν την ελληνική γλώσσα και ομολογούν ότι, παρά τις περιπέτειες που γνώρισε η ελληνική φυλή, αυτή παρέμεινε ζωντανή, χωρίς να χάσει τη συνέχεια της
β) επισημαίνουν τη μικρή γεωγραφική έκταση της Ελλάδας, αλλά και το μεγάλο πνευματικό της ανάστημα.
  γ) εκφώνησαν την ομιλία τους σε ξένη γλώσσα
δ) τονίζουν την αναγκαιότητα της ποίησης σ' έναν κόσμο που κυριαρχείται από το πνεύμα τηςς τεχνολογίας
  ε) κάνουν αναφορές στους Αρχαίους ποιητές
  στ) υπογραμμίζουν ότι η ποίηση είναι φορέας ανθρωπιστικών αξιών, αναλλοίωτων στον χρόνο και απαραίτητων, για να βρει ο σύγχρονος άνθρωπος την περπατησιά του
  ζ) καταθέτουν το σεβασμό και εκφράζουν τις ευχαριστίες τους προς τα μέλη της Σουηδικής Ακαδημίας
      Διαφαίνονται, όμως, και ορισμένες διαφορές:
  α) το κείμενο του Ελύτη ξεκινά με προσφώνηση
  β) ο Ελύτης υπερτονίζει την τεχνολογική πρόοδο σε αντίθεση με τον Σεφέρη που κάνει μερικές απλές, αλλά σαφείς νύξεις σ' αυτή
  γ) ο Σεφέρης επεκτείνεται στην αξία της παράδοσης, χωρίς να περιορίζεται μόνο σ' αυτή της λογοτεχνικής δημιουργίας
δ) ο Σεφέρης κάνει περισσότερες αναφορές σε ρήσεις Αρχαίων
  ε) ο Σεφέρης τελειώνει με προτροπή να εναντιωθούμε σε ό,τι νοθεύει την ομορφιά και την καλοσύνη του κόσμου
4ο Γυμνάσιο Ιωαννίνων
Τάξη Γ3
Κάκου Ραφαέλα



Τρίτη 2 Μαΐου 2017

Ενότητα 5η Kείμενο 7 ''Η φριχτή πολιτεία''

Kείμενο 7 Η φριχτή πολιτεία
Μόλις έμεινε μόνος του, ο Πέτρος κατάλαβε ξαφνικά πως δεν ήτανε και τόσο σίγουρος πως ξέρει το δρόμο. Τα γαλάζια λαμπιόνια της συσκότισης πάνω στους στύλους φέγγουνε μονάχα για να μην κουτουλήσεις. Οι δρόμοι όμως μένουνε το ίδιο σκοτεινοί και άγνωροι. Ο Πέτρος δεν θέλει να φοβάται. ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ. Κι ας χτυπάει η καρδιά, ντουκ ντουκ, σαν τα άρβυλα του Ιταλού στο πεζοδρόμιο. Θα 'ναι γιατί περπατούσε γρήγορα και λαχάνιασε. Τα χέρια του είναι ξυλιασμένα και τα χώνει κάτω από το πουλόβερ του. Το ίδιο και τα γόνατά του. Κάθε τόσο βγάζει ένα χέρι και τρίβει μια το ένα γόνατο, μια το άλλο. Όχι, δε φοβάται. Τι να φοβηθεί; Ποιος θα πειράξει ένα κακόμοιρο αγόρι που έχασε το δρόμο... Στην ουρά που στεκότανε για το ψωμί, λέγανε κάτι γυναίκες πως ένας Γερμανός έσπασε το χέρι ενός αγοριού, γιατί είχε κλέψει ένα καρβέλι. Το 'πιασε έτσι με τα δυο του χέρια, σαν να 'τανε σανίδι, το χτύπησε πάνω στο γόνατό του και, κρακ, το τσάκισε στα δυο... Ο Πέτρος δεν έχει κλέψει τίποτα. Όσο θηρία κι αν είναι οι Γερμανοί, δεν μπορούνε στα καλά καθούμενα να σπάνε χέρια... Έστριψε ένα δρόμο... δεύτερο... τρίτο. Βράδυ είχε να βγει από πριν να μπουν οι Γερμανοί στην Αθήνα. Τώρα όμως αυτή δεν ήτανε η Αθήνα. Ήτανε μια ξένη πολιτεία, με σκοτεινά κι αλλόκοτα σπίτια. Κι αυτός ήτανε ένα παράξενο ανθρωπάκι, που […] ΠΡΕΠΕΙ να μη φοβάται, να περπατάει στο μισοσκόταδο και να σφυρίζει. Δοκίμασε, μα δε βγαίνει ήχος... Είναι γιατί κρυώνει. […]Γύρισε απότομα το κεφάλι του και κοίταξε την ταμπέλα ενός μαγαζιού που μόλις και τη φώτιζε ένα μπλε λαμπιόνι. «ΖΑΧΑΡΟΠΛΑΣΤΕΙΟΝ Ο ΚΡΙΝΟΣ.» Τότε ο Πέτρος φοβήθηκε για καλά, γιατί κατάλαβε πως είχε πάρει τελείως αντίθετο δρόμο και βρέθηκε στην Ομόνοια. Το ζαχαροπλαστείο «Ο Κρίνος» το 'ξερε απέξω κι ανακατωτά. Πριν τον πόλεμο τον έφερνε ο μπαμπάς, πολλές φορές, τις Κυριακές το απομεσήμερο κι έτρωγε λουκουμάδες. Ζεστούς με πολύ μέλι. Τα γλυκά χαλάνε τα δόντια. Ποιος βλάκας το 'χει πει αυτό; Τώρα χαλάνε τα δόντια. Μαυρίζουνε ένα ένα και σαπίζουν. «Ο Κρίνος» δεν πουλάει πια γλυκά. Πάνω στο τζάμι της βιτρίνας είναι κολλημένο ένα χαρτί, που γράφει με τεράστια γράμματα: ΑΓΟΡΑΖΟΝΤΑΙ ΣΙΔΕΡΙΚΑ ΚΑΙ ΠΑΛΑΙΑ ΝΗΜΑΤΑ.
Άλκη Ζέη, O μεγάλος περίπατος του Πέτρου, εκδ. Kέδρος, 1974

ΕΡΓΑΣΙΑ:    Βάλτε τον εαυτό σας στη θέση του  παιδιού που περιδιαβαίνει τη«φριχτήπολιτεία». 
 Συνεχίστε το κείμενο σε πρώτο πρόσωπο και προσθέστε δύο ακόμα  παραγράφους. 
 Μιλήστε για τα πράγματα που συναντάτε και που συνθέτουν την εικόνα του πολέμου και αναπολήστε τις εικόνες της ειρήνης. (Διαλέξτε προσεκτικά τις λέξεις που θεωρείτε καταλληλότερες για να αποδώσετε την ατμόσφαιρα του πολέμου και της ειρήνης.)
Η φριχτή πολιτεία

                  Και το αγνόησα, ή τουλάχιστον προσπάθησα.
Προχώρησα. Πραγματικά αυτό θα ήλπιζα να μην το είχα δει ποτέ. Ήταν τόσο όμορφο μαγαζί. Κρίμα. Τώρα πια ήξερα που πήγαινα. Ο φόβος; Εκεί αγέρωχος μέσα μου. Σε κάθε μου βήμα, ένιωθα πως άκουγα αυτή τη βαριά την γερμανική μπότα να βηματίζει πίσω μου. Ξαφνικά σταμάτησα. Μπροστά μου αντίκριζα ένα γκρεμισμένο κτίριο. Από βομβαρδισμό θα ‘τανε. Φαίνεται άλλωστε. Έχω μάθει να τα ξεχωρίζω. Ακόμα και από τα πτώματα. Πότε από σφαίρα, πότε από αγχόνη. Η καθημερινότητα μου πλέον. Καθόμουνα πάνω από 5 λεπτά, χαζεύοντας το ερείπιο βυθισμένος στις σκέψεις μου. Θυμήθηκα. Το νοσοκομείο ήταν. Το νοσοκομείο όπου και γεννήθηκα. Εδώ ήρθα όταν δηλητηριάστηκα. Εδώ ήρθα όταν έσπασα το χέρι. Και εδώ ήρθα πάλι τώρα για να το δω κατεστραμμένο. Παρόλο που ήταν νοσοκομείο, εμένα μ’αρεσε πολύ αυτό το μέρος, γιατί εδώ δούλευε και η μαμά μου. Νοσηλεύτρια. Ερχόμουν μετά το σχολείο και την έψαχνα πάνω κάτω στους διαδρόμους, για να της πω τα νέα της ημέρας. Δεν σταμάτησε ποτέ να λειτουργεί. Από ‘δω περνούσαν χτυπημένοι στρατιώτες. Το κοίταξα από πάνω μέχρι κάτω μια τελευταία φορά και συνέχισα να προχωρώ.
                 Έστριψα σε ένα στενό δεξιά για να κόψω δρόμο. Άκουσα έναν πυροβολισμό. Γύρισα δειλά το κεφάλι προς το μέρος που ακούστηκε και διέκρινα στο σκοτάδι, την ψηλόλιγνη  φιγούρα ενός Γερμανού υψηλόβαθμου αξιωματικού. Την θέση την κατάλαβα από την στολή. Στον δρόμο πεσμένος στα γόνατα ένας άντρας. Δεν είχε πεθάνει ακόμα. Φώναζε δακρυσμένος  στον αξιωματικό να τον αποτελειώσει. Τέτοια ώρα μόνο μέλη από αντιστασιακές οργανώσεις έκοβαν βόλτες. Απ’ αυτούς θα ‘τανε. Ο Γερμαναράς του φώναζε στα Γερμανικά να μην μιλάει και τον έβριζε. Την είχα μάθει και αυτήν πλέον, πολύ σιχαμερή γλώσσα τα Γερμανικά. Στην συνέχεια ο αξιωματικός τον κλώτσησε στο πρόσωπο και έπειτα τον πυροβόλησε στο  κεφάλι. Είδα με τα μάτια μου το κεφάλι του να ανατινάζεται και το αίμα να ξεχύνεται. Δεν σκέφτηκα τίποτα. Συνέχισα με γρήγορα βήματα να περπατάω, αφού σιγουρεύτηκα πως η φιγούρα του γερμανού αξιωματικού δεν με είδε. 
Κατερίνα Καραμάνου, Γ1 Σχ. έτος 2020-21
 Η φριχτή πολιτεία ( διαβάζω και γράφω - άσκηση 1/σελίδα 98)

Συνέχισα να περπατάω και σιγά σιγά η πρόσοψη του Κρίνου έσβηνε μεσα στην ομίχλη. Όλη η Αθήνα, ένας παραμορφωμένος οργανισμός από σπίτια, δρόμους και παράξενες σκιές. Σκιές που άλλοτε έπαιρναν τη μορφή των πιο σκληρών σκηνών του πολέμου και άλλοτε των πιο αγαπημένων προσώπων που είχαν πια για πάντα κοιμηθεί. Μετά από λίγες στροφές έφτασα στον φούρνο του κυρ Αλέξη που παλιά έκανε το καλύτερο ψωμί. Τώρα είναι κλειστός. Στον παραλογισμό του πολέμου φούρνοι με ωραίο ψωμί δεν χωράνε. Ήξερα πως αν συνέχιζα να κατεβαίνω τον δρόμο θα έφτανα στο παλιό μου σχολείο από όπου θα μπορούσα να προσανατολιστώ καλύτερα. Πράγματι μετά από λίγο βρισκόμουν έξω από το κατασκότεινο προαύλιο του σχολείου. Είχα περάσει πολλές μέρες σ’ εκείνη την αυλή με τους φίλους μου. Όμως τώρα που η σκιά του πολέμου καταστροφικά κάλυψε τα πάντα τα γράμματα είναι για τους λίγους.

Αφού έφτασα στο σχολείο γρήγορα κατάλαβα πως έπρεπε αμέσως να ανηφορίσω. Περίπου στη μέση του  δρόμου ο φόβος και η κούραση με ανάγκασαν να καθίσω λίγο, για να ξαποστάσω. Απέναντί μου βρισκόταν ένα μικρό Ιατρείο. Το φως απ’ το παράθυρο χτύπησε το πρόσωπό μου, μέσα από τα παράθυρο μπορούσε να δεις τα πρόσωπα πολλών ανθρώπων κουρασμένα, αγανακτισμένα, φοβισμένα. Αν είχαμε ειρήνη τώρα ο γιατρός θα μπορούσε να θεραπεύσει τους περισσότερους.     Γι’ αυτό λένε πως  η ειρήνη είναι απαραίτητη για όλους. Τα γόνατά μου έτρεμαν ήξερα όμως πως έπρεπε να συνεχίσω. Συνέχισα την ανηφόρα, έστριψα αριστερά και βρέθηκα κατευθείαν στο σπίτι των Παπανικολάου. Ήταν παρατημένο και σκοτεινό. Τα παράθυρα ήταν όλα σπασμένα, πολλά κεραμίδια της στέγης είχαν πέσει  και ο μεγάλος πεύκος που δέσποζε παλιά στην αυλή του σπιτιού ήταν πεσμένος πάνω στο σπίτι. Εγώ κάθισα στη γωνία και άναψα κι άλλο ένα, κι άλλο ένα ενώ θυμόμουν το σπίτι στην παραγωγική του εποχή. Τότε που η μπλε μπογιά στα παντζούρια ήταν ακόμα φρέσκια και ανέμελα έπαιζα με τον φίλο μου. Αποφάσισα να μην κάψω κι άλλο σπίρτο δεν ήξερα που θα μπορούσε να μου χρειαστεί. Έριξα μια τελευταία ματιά στο σπίτι και συνέχισα τη διαδρομή μου στο σκοτάδι...

Τέλος      
Παναγιώτης Μπέσης, Γ3 

Συνέχεια της ιστορίας...

         Είχα μείνει ακίνητος απέναντι στη βιτρίνα του μαγαζιού. Κοιτούσα μέσα από τα θολωμένα τζάμια τον εσωτερικό χώρο όπου είχαν δημιουργηθεί οι πιο ωραίες μου αναμνήσεις. Δεν ξεχνώ τη ζεστή ατμόσφαιρα, τη μυρωδιά των γλυκών που σου έσπαγε τη μύτη, ακόμα κι αν βρισκόσουν 100 μέτρα μακριά, τον κυρ Βασίλη με το μαύρο μουστάκι, που έκανε τους καλύτερους λουκουμάδες σε όλη την Αθήνα. Αλλά αυτό που θυμάμαι πιο έντονα είναι η χαρακτηριστική μυρωδιά της κανέλας που γέμιζε τα ρουθούνια μου ακόμη και αυτή τη στιγμή.
        Καθώς, λοιπόν, ήμουν καθηλωμένος και αναπολούσα όμορφες ημέρες που είχα ζήσει και ατελείωτες γλυκιές γεύσεις, ξάφνου άκουσα κάποιους μεθυσμένους  -το πιο πιθανό  Γερμανούς- να πλησιάζουν στο σημείο όπου βρισκόμουν. Συνειδητοποιώντας  τον κίνδυνο της κατάστασης, βάδισα γοργά προς την πίσω πόρτα του κτιρίου ελπίζοντας πως θα τη βρω ανοιχτή, ώστε να χωθώ σε μια τρύπα, για να προστατευτώ. Δυστυχώς όλα ήταν σφραγισμένα και κλειδωμένα. Δεν ήξερα τι να κάνω! Οι σκιές των κατακτητών φάνταζαν ολο ένα και περισσότερο πιο απλωμένες και πιο μαύρες.
         Είχαν μείνει μόνο λίγα λεπτά, μέχρι να φτάσουν σε εμένα. Κυριευμένος από τον φόβο μου περπατούσα με μικρά βήματα προς τα πίσω και χωρίς να το καταλάβω βρέθηκα δίπλα στους γεμάτους κάδους απορριμάτων. Πήρα μια βαθιά ανάσα και συνέχισα. Σταμάτησα όμως απότομα, διότι ένιωσα ένα τσίμπημα – μούδιασμα στο δεξί μου πόδι. Το έπιασα απαλά πιστεύοντας ότι θα ανακουφιστώ, αλλά όταν το ακούμπησα ένιωσα κάτι υγρό. Πλησίασα σε ένα μικρό λαμπιόνι που έφεγγε αμυδρά και τότε είδα το αίμα να κυλάει ασταμάτητα προς το έδαφος. Προσπαθούσα να σκίσω λίγο ύφασμα από το πουλόβερ μου, για να το τυλίξω γύρω από την πληγή, όταν άκουσα τις διαπεραστικές φωνές των εχθρών. Σήκωσα το κεφάλι μου αιφνιδιασμένος. Βρίσκονταν σε απόσταση 20 μέτρων, το φως ήταν ελάχιστο και αχνό. Ο φόβος και η αγωνία με είχαν κατακυριέψει. Περισσότερο φοβόμουν τα όπλα τους με τα οποία αφαιρούσαν καθημερινά ζωές και σκεφτόμουν μήπως ήρθε και η σειρά μου. Μην έχοντας  δυνάμεις, για να απομακρυνθώ, σύρθηκα πίσω από ένα σωρό από τούβλα και μπάζα. Η καρδιά μου είχε σταματήσει, η ανάσα κομμένη. Δεν προλάβαινα ούτε καν να ανοιγοκλείσω τα μάτια μου. Ήταν μία ομάδα με τους Γερμανούς μπροστά να μυρίζουν αλκοόλ και τους Ιταλούς από πίσω τους πιο συγκρατημένους. Περνούσαν όλοι μπροστά μου, χωρίς να με πάρουν είδηση. Άρχισα να με νιώθω, πάλι. Την τελευταία στιγμή όμως ένας στρατιώτης Ιταλός που βάδιζε μαζί με τους υπόλοιπους προς το τέλος της γραμμής, γλίστρησε πάνω στην κυλίδα με τα αίματα που είχε σχηματιστεί. Καθώς οι υπόλοιποι δεν κατάλαβαν τίποτα, ακολούθησε το αιματοβαμένο μονοπάτι που είχα δημιουργήσει και με εντόπισε.
Λίγο πριν ακούσω το τουφέκι να οπλίζεται και να μου ρίχνει τη χαριστική βολή, κάτι με χτύπησε φιλικά στον ώμο. Ξαφνιάτηκα. Γονάτισε δίπλα μου και με κοίταξε στα μάτια. Το βλέμμα του ήταν ζεστό και η όψη του ήρεμη. Μου μίλησε τόσο σιγά και στη γλώσσα του, οπότε δεν κατάλαβα τίποτα. Οι δυνάμεις μου πλέον με εγκατέλειπαν. Τα δύο χέρια του κινούνταν τόσο γρήγορα που τα έβλεπα θολά. Το ένα χέρι έπιασε ένα καθαρό πανί και λίγο νερό, ενώ το άλλο μου χάιδευε απαλά τα μαλλιά.
Στο μεταξύ, μέσα στην παραζάλη της στιγμής, αναρωτιόμουν για τον λόγο για τον οποίο μου συμπεριφερόταν με αυτό τον τρόπο. Έφτασε, μάλιστα, στο σημείο, όταν οι προπορευόμενοι τον φώναξαν, να προσποιείται πως δεν είχε συμβεί τίποτα και ότι σπεύδει κοντά τους αμέσως. Έτσι, αφού σιγουρεύτηκε ότι ήμουν καλά και ότι μπορώ να φροντίσω τον εαυτό μου, με χαιρέτησε και συνέχισε την πορεία του μαζί τους.
Ένιωθα ότι ήμουν ο πιο καλότυχος άνθρωπος στον κόσμο. Και, καθώς ήμουν πλέον λιγότερο -έως καθόλου- αγχωμένος, σκεφτόμουν τι είναι αυτό που κάνει τους ανθρώπους θηρία για τους άλλους, ενώ όλοι έχουν μέσα τους αποθέματα καλοσύνης και περίσσευμα ανθρωπιάς. Πόσο ανόητο πράγμα είναι ο πόλεμος και πόσο απάνθρωπο να βλέπει κανείς τον άνθρωπο να καταστρέφει τη ζωή και ό,τι δημιούργησε!

Κάκου Ραφαέλα
4ο Γυμνάσιο Ιωαννίνων
Τάξη: ΄Γ Γυμνασίου
Τμήμα: Γ3

  

ΔΙΑΒΑΖΩ ΚΑΙ ΓΡΑΦΩ (σελ.98)

Τουλάχιστον γνωρίζω που βρίσκομαι. Αν προχωρήσω λίγα μέτρα παρακάτω θα βρω το μαγαζί της κ. Σοφίας, φίλης της μαμάς μου, η οποία είναι μοδίστρα, και θα της ζητήσω βοήθεια. Προχωρώ, αλλά δεν βρίσκω πουθενά το μαγαζί. Να το. Τα τζάμια είναι καλυμμένα με χαρτόκουτα. Το σκοτάδι δεν με βοηθάει να βρω την είσοδο. Ένα μικρό φωτάκι μπορώ να διακρίνω. Το πατάω ,αλλά τίποτα. Δεν ακούγεται κανένας ήχος. Ερημία… Δεν πρέπει όμως να φοβηθώ ούτε το σκοτάδι αλλά ούτε τους Γερμανούς.

Ακούω ένα θόρυβο από αυτοκίνητο. Είναι οι Γερμανοί! Πρέπει να κρυφτώ. Ευτυχώς δεν έρχονται προς το μέρος μου. Μπαίνουν με τα όπλα μέσα σε ένα μαγαζί. Μιλούν δυνατά, μάλλον απειλητικά. Κάτι ψάχνουν. Βγαίνουν από το μαγαζί με έναν ηλικιωμένο άντρα. Ακούω να τους λέει με τρεμάμενη φωνή ότι δεν έχει κρυμμένους Εβραίους. Τον σπρώχνουν με ακουμπισμένο το όπλο στην πλάτη του και τον οδηγούν στο αυτοκίνητο.

Τα πόδια μου τρέμουν ούτε ανάσα δεν παίρνω μέχρι που βλέπω το αυτοκίνητο να απομακρύνεται. Πάλι επικρατεί νεκρική σιγή…

ΤΟΤΣΙΚΑ ΑΘΗΝΑ ,Γ3

Φεύγω βιαστικά από το ζαχαροπλαστείο .Χάνομαι στο χάος των σκοτεινών δρόμων , παντού υπάρχουν πεταμένα σκουπίδια και κατεστραμμένα καταστήματα . Μετά από λίγη ώρα συνειδητοποιώ πως βρίσκομαι σε έναν εμπορικό δρόμο. Ξαφνικά θυμάμαι πως εδώ ερχόμουν με τους γονείς μου και μου αγόραζαν παιχνίδια και ρούχα. Λίγο παραπέρα καταλαβαίνω το εστιατόριο που τρώγαμε κάθε Σαββατόβραδο , πλησιάζω το πρόσωπό μου και προσπαθώ να δω μήπως υπάρχει κάποιος αλλά μόνο σκονισμένα τραπέζια και καρέκλες. Μετά από αυτή την περιπλάνηση στους δρόμους της Αθήνας στρίβω σε μια οδό. Φοβισμένος προχωρώ διστακτικά , τα φώτα τρεμοπαίζουν και σε λίγα βήματα βλέπω έναν σκελετωμένο άνθρωπο ο οποίος πιθανότατα να πέθανε από το κρύο και την πείνα.

 ΤΖΙΑΚΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ, Γ3 σΧ . έτος 2017-18